ΕΞΑΝΑΓΚΑΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΡΓΟΔΟΤΗ ΣΕ ΑΠΟΛΥΣΗ ΤΟΥ ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΟΥ

ΕΞΑΝΑΓΚΑΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΡΓΟΔΟΤΗ ΣΕ ΑΠΟΛΥΣΗ ΤΟΥ ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΟΥ

Το ισχύον δίκαιο δεν προβλέπει ως λόγο αποστέρησης του εργαζομένου από το δικαίωμά του για την καταβολή της νόμιμης αποζημίωσης απολύσεως, την, έστω  και βαρεία, εκ μέρους του παράβαση των συμβατικών του υποχρεώσεων απέναντι στον εργοδότη. Εντούτοις, νομολογικά έχει κριθεί ως λόγος απαλλαγής του εργοδότη από την υποχρέωση καταβολής αποζημίωσης η συμπεριφορά του εργαζομένου, η οποία έχει ως μοναδικό και αποκλειστικό κίνητρο τον εξαναγκασμό του εργοδότη σε καταγγελία της σύμβασης εργασίας του.


Ι. Η ΣΚΟΠΙΜΗ ΠΡΟΚΛΗΣΗ ΑΠΟ ΤΟΝ ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΟ ΤΗΣ ΑΠΟΛΥΣΕΩΣ ΤΟΥ


Σε αντίθεση με ό,τι ισχύει σε ξένες νομοθεσίες στο εργατικό δίκαιο της χώρας μας ο νομοθέτης απέφυγε να θεωρήσει ως δικαιολογητικό λόγο για την έκτακτη καταγγελία μιας εργασιακής σχέσης την οποιαδήποτε υπαίτια συμπεριφορά του εργαζομένου. Τούτο ισχύει μόνο για συγκεκριμένες περιπτώσεις τις οποίες ειδικά ρυθμίζει ο νόμος, όπως είναι η υποβολή μήνυσης κατά του μισθωτού ή η απαγγελία κατηγορίας εναντίον του για πλημμέλημα. Στις ως άνω περιπτώσεις και μόνο ο εργοδότης δικαιούται να απολύσει τον μισθωτό χωρίς να υποχρεούται να τηρήσει τις προβλεπόμενες διατυπώσεις που απαιτούνται για την εγκυρότητα της απόλυσης, και συγκεκριμένα τον έγγραφο τύπο της καταγγελίας και την καταβολή της νόμιμης αποζημίωσης στον απολυθέντα.


Παράλληλα με τις προαναφερθείσες περιπτώσεις, η νομολογία διέπλασε και μια τρίτη περίπτωση, κατά την οποία η απόλυση του εργαζομένου μπορεί να θεωρηθεί δικαιολογημένη: την περίπτωση που ο εργαζόμενος προκαλεί σκοπίμως την απόλυσή του με συγκεκριμένη συμπεριφορά και μεθοδεύει αυτή κατά τρόπο συστηματικό. Η πρόκληση της καταγγελίας από τον ίδιο το μισθωτό με τη συμπεριφορά του, ως λόγος που απαλλάσσει τον εργοδότη από τις διατυπώσεις της τακτικής καταγγελίας, δεν αναφέρεται στο νόμο ως τέτοια, αλλά διαπλάστηκε από την νομολογία, δεδομένου ότι κρίθηκε σκόπιμο να συμπληρωθεί κατ’ αυτό τον τρόπο το κενό που διαπιστώθηκε στην πράξη για ορισμένες ακραίες περιπτώσεις προκλητικής ή έκδηλης αντισυμβατικής συμπεριφοράς του μισθωτού.


Σύμφωνα με αυτή, ο μισθωτός απολύεται έγκυρα, χωρίς να τηρηθούν οι διατυπώσεις του νόμου,(αποζημίωση, έγγραφος τύπος) όταν με τη συμπεριφορά του επιδιώκει να προκαλέσει την καταγγελία με σκοπό να λάβει την προβλεπόμενη αποζημίωση.


Σε αυτή την περίπτωση απαιτείται επίμεμπτη συμπεριφορά του εργαζομένου, η οποία συνίσταται σε κάθε είδους παράβαση των υποχρεώσεων του μισθωτού (άρνηση εκτέλεσης της εργασίας, πλημμελής εκτέλεσή της, μονομερής τροποποίηση των όρων εργασίας, ανάρμοστη συμπεριφορά κτλ.) Πρέπει επιπλέον να σημειωθεί ότι ανάρμοστη συμπεριφορά που προκαλεί την αζήμια καταγγελία της σύμβασης εργασίας είναι αυτή που προκαλεί το σοβαρό κλονισμό της δυνατότητας αρμονικής συνεργασίας αυτού με τους συναδέλφους του και τη διοίκηση του εργοδότη, οι συχνές αδικαιολόγητες ή και σκόπιμα δικαιολογημένες απουσίες από την εργασία του κ.α.


Εντούτοις, η αντισυμβατική συμπεριφορά του μισθωτού δεν είναι αρκετή από μόνη της για την έγκυρη απόλυση, αλλά απαιτείται επιπλέον δόλος. Πρέπει δηλαδή, ο εργαζόμενος να συμπεριφέρεται  κατά τρόπο δόλιο και με πρόθεση να εξαναγκάσει τον εργοδότη να τον απολύσει,ώστε να πληρωθεί την αποζημίωσή του.


Το στοιχείο της πρόθεσης θα πρέπει να προκύπτει από τη συγκεκριμένη συμπεριφορά του εργαζομένου. Η νομολογία έχει κρίνει σχετικά ότι όταν ο μισθωτός που απασχολείται με σύμβαση εργασίας αορίστου χρόνου αθετεί τις συμβατικές υποχρεώσεις του, επιδιώκοντας με την αντισυμβατική συμπεριφορά του να εξαναγκάσει τον εργοδότη να τον απολύσει και να του καταβάλει την αποζημίωση απολύσεως, η δολιότητά του αυτή αποδεικνύεται από σχετικές ρητές δηλώσεις του, από τις προετοιμασίες του για την απασχόλησή του αλλού, από τη συνέχιση της αντισυμβατικής συμπεριφοράς του και μετά τις σχετικές συστάσεις του εργοδότη κλπ.


ΙΙ. Η ΚΑΤΑΧΡΗΣΤΙΚΗ ΑΣΚΗΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΟΣ ΔΙΕΚΔΙΚΗΣΗΣ ΑΠΟΖΗΜΙΩΣΗΣ ΚΑΤΑΓΓΕΛΙΑΣ ΚΑΙ ΜΙΣΘΩΝ ΥΠΕΡΗΜΕΡΙΑΣ  ΛΟΓΩ ΠΡΟΚΛΗΣΗΣ ΑΥΤΗΣ ΑΠΟ ΤΟΝ ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΟ


Στην ως άνω περιγραφείσα περίπτωση, αν ο μισθωτός απολυθεί χωρίς αποζημίωση ή χωρίς  να τηρηθούν οι άλλες νόμιμες προϋποθέσεις, η αξίωσή του για καταβολή της αποζημιώσεως απολύσεως, ασκείται καταχρηστικώς και συνεπώς ο εργοδότης δεν οφείλει την αποζημίωση απολύσεως, ούτε μισθούς υπερημερίας.


Με άλλα λόγια, ο μισθωτός που απολύθηκε λόγω παραβάσεως των καθηκόντων του δε δικαιούται την αποζημίωση απολύσεως, αν με την αντισυμβατική συμπεριφορά του επεδίωξε να εξαναγκάσει τον εργοδότη σε απόλυση, οπότε η αξίωση αποζημίωσης ασκείται καταχρηστικώς. Δηλαδή, όταν ο μισθωτός με την αντισυμβατική συμπεριφορά του επιδιώκει να εξαναγκάσει τον εργοδότη να προβεί στην καταγγελία της σύμβασης εργασίας του και να του καταβάλει αποζημίωση, η αξίωση καταβολής της αποζημιώσεως, μολονότι πηγάζει από διατάξεις αναγκαστικού δικαίου, αποκρούεται με ένσταση εκ του άρθρου 281 ΑΚ.


Το ως άνω άρθρο αποτελεί διάταξη δημοσίας τάξεως, διότι αποβλέπει στην πάταξη της κακοπιστίας και της κακοήθειας στις συναλλαγές και απαγορεύει την άσκηση ενός δικαιώματος αν αυτή υπερβαίνει προφανώς τα όρια που επιβάλλουν η καλή πίστη ή τα χρηστά ήθη ή ο κοινωνικός ή οικονομικός σκοπός του δικαιώματος.


Ο κατά τα ανωτέρω σκοπός του δικαιώματος της αποζημιώσεως απόλυσης συνίσταται στη λήψη μέτρων προνοίας για τον μισθωτό που καθίσταται άνεργος κατόπιν απόλυσής του με πρωτοβουλία του εργοδότη.


Κατά συνέπεια, η ως άνω αξίωση για αποζημίωση στην περίπτωση που η πρωτοβουλία ανήκει στον μισθωτό και ο ίδιος δεν αιφνιδιάζεται από την απόλυση, αφού την προμελέτησε και την προκάλεσε, αντίκειται προφανώς στην καλή πίστη, στα χρηστά ήθη και στον κοινωνικό και οικονομικό σκοπό του εν λόγω δικαιώματος.


Συνεπώς, ο εν λόγω μισθωτός ασκεί καταχρηστικώς είτε την αξίωση καταβολής της αποζημιώσεως απολύσεως, είτε την αξίωση καταβολής μισθών υπερημερίας.
Επιπλέον, όπως έχει κριθεί νομολογιακά, η απειλή χρησιμοποιήσεως εννόμων βοηθημάτων, όπως είναι και η υποβολή αναφοράς στις αρμόδιες διοικητικές αρχές ή μηνύσεως κατά του εργοδότη, ακόμη και για αληθεύοντα περιστατικά, προσλαμβάνει πρόδηλα αθέμιτο χαρακτήρα, όταν ο απειλών αποβλέπει με τη χρησιμοποίησή τους σε άλλα πλεονεκτήματα, ουσιαστικώς άσχετα προς εκείνα στα οποία εξ αντικειμένου σκοπεύουν τα προαναφερθέντα έννομα βοηθήματα.

Η Έφη Γ. Λακμέτα είναι δικηγόρος του δικηγορικού συλλόγου Λάρισας και προίσταται του Δικηγορικού γραφείου Έφη Γ. Λακμέτα, με έδρα τη Λάρισα, το οποίο διευθύνει.

Επικοινωνία

Παπανασταστασίου 67-69, Λάρισα, 41222

2411 171770

2411 171770

6975 990954

efilakmeta@dikigoroslarisa.gr

www.dikigoroslarisa.gr