Το Φορολογικό Δίκαιο ουσιαστικά αποτελεί κλάδο του Δημοσιονομικού Δικαίου, ενώ παρουσιάζει πολλές ιδιαιτερότητες που εν τέλει το καθιστούν ένα ανεξάρτητο και αυτοτελές Δίκαιο. Η αυτοτέλεια αυτή έγκειται στο γεγονός ότι το Φορολογικό Δίκαιο περιλαμβάνει πολλά θέματα που εντάσσονται τόσο στο Δημόσιο όσο και στο Αστικό Δίκαιο, όπως για παράδειγμα οι έννοιες της πώλησης, της μίσθωσης, της δωρεάς και της κληρονομίας. Γενικά, θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως «αναγκαστικό δίκαιο» ένεκα του χαρακτήρα των διατάξεων του, που οριοθετούν τη φορολογική εξουσία του κράτους και στοχεύουν τόσο στην επιβολή, όσο και στην είσπραξη των φόρων κάθε πολίτη. Παράλληλα, το φορολογικό δίκαιο προβλέπει το θεσμικό πλαίσιο για την καταπολέμηση της φοροδιαφυγής και παρέχει στους πολίτες τις νομικές εγγυήσεις για τη σύννομη άσκηση της φορολογικής εξουσίας από τα όργανα της διοίκησης. Με τις διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου 68 του ν. 4174/2013 εξαιρέθηκαν από τον ορισμό των βασικών αδικημάτων ορισμένα αδικήματα για τα οποία προβλέπεται ποινή χαμηλότερη της γενικής ρήτρας, δηλαδή ποινή η οποία μπορεί να είναι χαμηλότερη των έξι μηνών φυλάκισης, απαλείφοντας έτσι περιπτώσεις φοροδιαφυγής χαμηλού φορολογικού ενδιαφέροντος σε σχέση με την αντιμετώπιση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες. Επίσης, προστίθεται ως βασικό αδίκημα και το αδίκημα της μη καταβολής χρεών προς το Δημόσιο, λόγω της σημασίας του εν λόγω αδικήματος στη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες. Ειδικότερα, τα βασικά αδικήματα που ενδιαφέρουν τις φορολογικές αρχές είναι, σύμφωνα με το άρθρο 3 περίπτωση ιη’ του ν. 3691/2008, τα κάτωθι: α)Της φοροδιαφυγής:
15.i) Μη υποβολή δήλωσης ή υποβολή ανακριβούς δήλωσης φορολογίας εισοδήματος, εφόσον ο φόρος που αναλογεί στα καθαρά εισοδήματα που έχουν αποκρυβεί υπερβαίνει σε κάθε διαχειριστική περίοδο το ποσό των δεκαπέντε χιλιάδων (15.000)ευρώ, καθώς και η αποφυγή πληρωμής φόρου πλοίων (άρθρο 17 του ν. 2523/1997 – ΦΕΚ 179 Α’- όπως ισχύει).
16.ii) Μη απόδοση ή ανακριβής απόδοση ΦΠΑ, παρακρατούμενων και επιρριπτόμενων φόρων, τελών ή εισφορών, εφόσον το προς απόδοση ποσό του κύριου φόρου, τέλους ή εισφοράς ή το ποσό του Φ.Π.Α. που συμψηφίστηκε ή δεν αποδόθηκε ή αποδόθηκε ανακριβώς, υπερβαίνει τις 3.000 ευρώ σε ετήσια βάση (άρθρο 18, με την εξαίρεση της περίπτωσης α’ της παραγράφου 1, του ν. 2523/1997, όπως ισχύει).
iii)Έκδοση ή αποδοχή εικονικών φορολογικών στοιχείων για ανύπαρκτη συναλλαγή στο σύνολό της ή για μέρος αυτής, εφόσον η συνολική αξία των εικονικών φορολογικών στοιχείων υπερβαίνει το ποσό των τριών χιλιάδων (3.000) ευρώ, καθώς και μη έκδοση ή ανακριβής έκδοση στοιχείων (άρθρο 19, με την εξαίρεση της περίπτωσης του πρώτου εδαφίου της παραγράφου 1 του ν. 2523/1997, όπως ισχύει και μετά την αντικατάσταση του Π. . 186/92 από τις διατάξεις του ΚΦΑΣ).β)Της μη καταβολής χρεών προς το Δημόσιο, εφόσον το συνολικό χρέος από κάθε αιτία, συμπεριλαμβανομένων των κάθε είδους τόκων ή προσαυξήσεων μέχρι την ημερομηνία σύνταξης του πίνακα χρεών, υπερβαίνει τις δέκα χιλιάδες (10.000) ευρώ, με την εξαίρεση της μη καταβολής χρεών που προκύπτουν από χρηματικές ποινές ή πρόστιμα που επιβλήθηκαν από τα δικαστήρια ή από διοικητικές αρχές (άρθρο 25 του ν. 1882/1990 – ΦΕΚ 43 Α, όπως ισχύει, με την εξαίρεση της περίπτωσης α της παραγράφου 1).ΖΗΤΗΜΑΤΑ ΠΑΡΑΔΕΚΤΟΥ ΤΗΣ ΠΟΙΝΙΚΗΣ ΔΙΩΞΕΩΣ (για τις περιπτώσεις των άρθρων 17 και 18 Ν. 2523/1997):1) Στάδιο πρώτο (διοικητικής φύσεως): α)Η αρμόδια Οικονομική Υπηρεσία διενεργεί φορολογικό έλεγχο στον ελεγχόμενο Χ. Διενεργείται ο έλεγχος, διαπιστώνεται ότι ο Χ δεν έχει αποδώσει ΦΠΑ για τα έτη 2005 και 2006 ύψους λ.χ. 50.000 ευρώ και ακολούθως του επιδίδεται το σχετικό φύλλο ελέγχου ή συναφής διοικητική πράξη, προκειμένου να καταβάλλει το σχετικό ποσό, που δεν έχει αποδώσει, β)Από την επίδοση του ανωτέρω φύλλου ο Χ έχει δικαίωμα να ασκήσει διοικητική προσφυγή εντός 60 ημερών (και ήδη 30 ημερών από 12-11-2012 και μετά,) ενώπιον του αρμόδιου Διοικητικού Δικαστηρίου με αίτημα την ακύρωση του σχετικού φύλλου. Μόλις η ανωτέρω προθεσμία παρέλθει άπρακτη χωρίς άσκηση προσφυγής, ή, εκδοθεί τελεσίδικη απόφαση επί της ασκηθείσας προσφυγής, επέρχεται η λεγόμενη οριστικοποίηση της φορολογικής εγγραφής (από την παρέλευση της άνω προθεσμίας στην πρώτη περίπτωση και από την τελεσιδικία στη δεύτερη).2) Στάδιο δεύτερο: Ακολούθως, υποβάλλεται η σχετική απαιτούμενη μηνυτήρια αναφορά της αρμόδιας Δ.Ο.Υ. προς τον Εισαγγελέα 3) Στάδιο τρίτο: Άσκηση ποινικής διώξεως από τον Εισαγγελέα μετά την υποβολή της ανωτέρω μηνυτήριας αναφοράς (στις περιπτώσεις, που απαιτείται οριστικοποίηση της φορολογικής εγγραφής .